Χτυπά με βιάση
τα φτερά μήπως και δεν προκάνει
Και μου στερήσει τη χαρά, και να, στ’ Οπόρτο φτάνει
Κι αυτό πού’
δαν τα μάτια μου το νου μου συναγείρει
Ελληνικό, ασπρογάλαζο, ξέφρενο πανηγύρι.
Oλη η Ελλάς
παραληρεί, τί δόξα πια και τούτη
Δεν την αλλάζω, μάτια μου, μ’όλης της Γης τα πλούτη
Και βάνω σ’
επανάληψη να δω πάλι και πάλι
Του Χαριστέα τ’ άξιο και του Δέλα το κεφάλι
Που απόδειξαν
στα σύμπαντα κι όλη την οικουμένη
Πως ο «Γραικός» στο στοχασμό και μοναχά δε μένει
Κι είδαν στα
πέρατα της Γης για μια φορά ακόμα
Πως η μικρή Ελλάδα μας δεν είναι μόνο «στόμα»
Και πως μετά
τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη
Ο Έλλην το κεφάλι του το κάνει ό,τι θέλει
-Ενα λεπτό,
αφεντικό, μη βιάζεσαι να κρίνεις
Κι ό,τι δικαιούται ο Καίσαρας στον Καίσαρα να δίνεις
Κι απ’ όσα
όλοι είδαμε τόσον καιρό στ’ Οπόρτο
Θαρρώ τη δόξα τη μισή τη δικαιούται ο Ότο
Το βάρος όλο
σήκωσαν οι δυνατοί του οι ώμοι
Κι ύψωσε την ομάδα μας στη σκάλα την εβδόμη
-Τον Φερχακλή
δεν τον ξεχνώ, κουτό μου αλογάκι
Βούτα τη γλώσσα στο μυαλό και δούλευτο λιγάκι
Πως έχει
ελληνική ψυχή μέσα στο σκήνωμά του
Κι αν είν’ σε κάτι Γερμανός, μονάχα στ’ όνομά του
Είν’ αρχηγός,
είν’ ήρωας, είν’ άξιο παλικάρι
Αλλά χωρίς τους Ελληνες, ο διάλος να με πάρει
Αν θα ‘φτανε
στον τελικό, κοντά στο νου κι η γνώση
Πως θέλουν, πάντα, οι Έλληνες κάποιον να τους ενώσει
Αλλά για
στάσου μια στιγμή τί γίνετ’ εκεί πέρα
Τί αναπάντεχο είν’ αυτό ξημέρωμα Δευτέρα
Ο Χαριστέας,
το παιδί, όνομα αλλά και πράμα
Χαρίζει στην Ελλάδα μας τιμή και δόξα αντάμα
Να η επανάληψη
η χρυσή, την πρώτη με τους Γάλλους
Στ’ Οπόρτο και τη δεύτερη με τους... Οπορτογάλλους
Ύψωσε το
τεράστιο ανάστημά του πάλι
Και μεγαλούργησε ξανά με το χρυσό κεφάλι
-Φωνή δε μού
‘μεινε να πω και τούτο όλα τα λέει
Ρίξε ένα βλέμμα ολόγυρα, όλη η Ελλάδα κλαίει
-Πάλι δε μου
τα λες καλά, μές ’στο τρελό περβόλι
Δεν χαίρει μόνον η Ελλάς, χαίρει η κτίσις όλη
Και δε με
πείθεις μ’ όσα λες, ο κόσμος να χαλάσει
Θα συμφωνήσω αν εννοείς «Ελλάδα» όλη την πλάση